Δεν θα μπορούσαμε να μην αναφέρουμε σε αυτή τη στήλη έναν από τους σπουδαιότερους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας . Δεν αναφέρομαι σε κάποιον άλλον παρά στον Ισαάκ Ασίμωφ, τον μεγαλύτερο στο είδος του.
Η συνεισφορά του συγγραφέα δεν αποτυπώνεται μόνο στον χώρο της επιστημονικής φαντασίας βέβαια, αλλά και της επιστήμης εν γένει – μιας και ο ίδιος ήταν διακεκριμένος βιοχημικός- όπως και της ίδιας της γλώσσας. Ο Ασίμωφ αποτελεί έναν από τους πολυγραφότατους συγγραφείς έχοντας στο ενεργητικό του πάνω από 500 βιβλία, επιστημονικής φαντασίας, επιστημονικής έρευνας, μελετών και λογοτεχνίας. Μαζί με τον Κλαρκ και τον Χαιλναιν θεωρούνται οι τρεις «πατέρες» της επιστημονικής φαντασίας, μιας και το είδος άνθισε στα χέρια τους. Η εποχή που έγραψε ο Ασίμωφ ήταν η «χρυσή» εποχή για το είδος. Η αισιοδοξία του ανθρώπινου μέλλοντος, τα ταξίδια στα άστρα και η υπέρβαση των ανθρωπίνων παθών από την επιστήμη. Η δύναμη της γνώσης και της εξάπλωσης των ανθρώπων στο διάστημα και τους γύρω γαλαξίες. Βέβαια πρέπει να πούμε πως αυτό που ξεκίνησε ο Ασίμωφ, αποτέλεσε τη διαφορά στην εποχή του.
Ως τότε οι ιστορίες με «μηχανικά κατασκευάσματα» είχαν τον αέρα της μεφιστοφιλικής δίκης. Ο άνθρωπος κατασκεύαζε το «τέρας», εκείνο δρούσε ενάντια στον δημιουργό του. Όλες οι ιστορίες βασίστηκαν πάνω στο πρότυπο του έργου «Φράνκεσταιν», αν και με διαφορές. Η εισήγηση του Ασίμωφ έφερε την αλλαγή στο είδος και την απομάκρυνση από την χωρίς αιτία καταστροφή του δημιουργού. Όμως, ας τα πάρουμε με τη σειρά.
Ο λόγος που επέλεξα να γράψω για τον συγγραφέα είναι το προσωπικό δέος που έχω για αυτόν και η πίστη σε αυτό το αισιόδοξο μέλλον, το οποίο δεν στηρίζεται σε δυνάμεις έξω του ανθρώπου, αλλά κυρίως στις δυνάμεις ΤΟΥ ανθρώπου. Ο Ασίμωφ υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της εξέλιξης του ανθρώπου, του υπερβατισμού, του υπέρ-ανθρώπου! Το χαρακτηριστικό αυτό είναι έκδηλο μέσα στα έργα του και κυρίως στην σειρά του Θεμελίου και της Γαλαξιακής Αυτοκρατορίας. Με τη σειρά λοιπόν, ο Ασίμωφ δημιούργησε ένα δικό του Σύμπαν, που θα έλεγε κανείς πως θα μπορούσε να αποτελεί μια πιθανότητα της δικής μας πραγματικότητας, ένα εν δυνάμει μέλλον του κόσμου μας. Το «Σύμπαν» αυτό του Ασίμωφ, ξεκινά χρονολογικά με τη σειρά με τα Ρομπότ, που θα λέγαμε πως τοποθετούνται στο άμεσο μέλλον, για να φτάσει στη σειρά του Θεμελίου και της Γαλαξιακής Αυτοκρατορίας που χωρίζονται από την πρώτη σειρά πολλές χιλιάδες χρόνια, ίσως και παραπάνω από χιλιάδες. Παρά το γεγονός ότι το αφιέρωμα στον συγγραφέα θα το χωρίσω και εγώ σε δύο μέρη, μιας και πιάνει διαφορετικά θέματα σε κάθε σειρά βιβλίων, κάθε άλλο βιβλίο επιστημονικής φαντασίας που δεν συνδέεται με την ευρύτερη σειρά αποτελεί και ένα ξεχωριστό θέμα που πλαισιώνει τον υπερβατισμό και τον τρανσουμανισμό.
Είναι σημαντικό να πούμε επίσης για την συνεισφορά του συγγραφέα στην γλώσσα. Ο Ασίμωφ έχει βραβευτεί για αυτό, μιας και οι λέξεις «ρομποτική», «ποζιτρονικός», «ψυχο-ιστορία» εισήχθη από τον ίδιο. Αν και η λέξη robot υπήρχε στην σλάβικη γλώσσα με τη ρίζα robota για να εννοήσει κυριολεκτικά τον «εργάτη», «αυτόν που ασκεί χειρωνακτική δουλειά», η λέξη καθιερώθηκε από τον Ασίμωφ με όλους του συνειρμούς που μας προξενεί σήμερα η λέξη αν την ακούσουμε κάπου, όπως και η σημερινή -υπό άνθηση- επιστήμη της ρομποτικής το ίδιο. Φυσικά, αν υπάρχει κάτι ακόμα πιο ειδικό και ιδιαίτερο το οποίο έχει αφήσει ο συγγραφέας ως παρακαταθήκη, αυτό αποτελεί τους «3 Νόμους της Ρομποτικής», οι οποίοι όχι μόνο αποτέλεσαν την καρδιά των βιβλίων του για τα ρομπότ, αλλά και υιοθετήθηκαν από τους επόμενους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας καθώς και από δημιουργούς ταινειών με ρομπότ, με τρόπο που τους κατέστησαν κάτι σαν «δεδομένο» για το είδος. Έχει λεχθεί μάλιστα πως αν κάποια στιγμή η τεχνολογία φτάσει σε επίπεδο να κατασκευαστούν ρομπότ με δυνατότητες παρόμοιες των βιβλίων του Ασίμωφ, σίγουρα οι 3 Νόμοι της Ρομποτικής του θα χρησιμοποιηθούν στο πρόγραμμα τους.
Και εδώ ακριβώς ξεκινά η πρώτη μας αναζήτηση στο έργο του Ασίμωφ: “Artificial intelligence, ανθρώπινος ευφυΐα, δυνατότητες των συνάψεων αυτών. “
Βάση του έργου του Ασίμωφ μία από τις διαφορές των δύο ήταν ότι ο μεν ποζιτρονικός εγκέφαλος ήταν κατασκευασμένος από μέταλλο, πλατίνα και ιρίδιο, ενώ ο ανθρώπινος εγκέφαλος από οργανικό υλικό, πρωτεΐνες. Ο ποζιτρονικός εγκέφαλος είχε περασμένους τους 3 Νόμους για τη διασφάλιση της ανθρώπινης προστασίας και συγκεκριμένες οδηγίες-νόμους για την λειτουργία του εκάστοτε μοντέλου-ρομπότ. Όμως ο Ασίμωφ έδωσε στα ρομπότ του και κάτι ακόμα.
« Some day they’ ll have secrets…Some day they’ll have dreams.» από την ταινεία I, Robot.
Ο Ασίμωφ τους έδωσε όνειρα, τους έδωσε συναισθήματα, τους έδωσε την επιλογή.Μπορεί ένα ρομπότ να νιώσει; Να έχει προτιμήσεις; Να εξελιχθεί; Τι είναι η τεχνητή νοημοσύνη εάν όχι κάτι παρόμοιο από την ανθρώπινη ευφυΐα. Όπως υπάρχουν όρια που συγκρατούν τις δράσεις των ανθρώπων σε μια κοινωνία, οι 3 Νόμοι έδωσαν το ίδιο πλαίσιο στους ποζιτρονικούς εγκεφάλους και στην τεχνητή ευφυΐα των ρομπότ. Για να μπορέσουμε όμως να καταλάβουμε την τεχνητή νοημοσύνη, πρέπει να ξεκινήσουμε με αυτό που έχουμε οι ίδιοι στη διάθεσή μας.
Τι λέμε ότι απαρτίζει τη σκέψη μας; Ο Λόγος, το Συναίσθημα και η Φαντασία. Λέγεται πως ο το είδος μας επιβίωσε γιατί είχε τη δημιουργικότητα και τη φαντασία. Πάντα υπήρχαν τα πλαίσια μέσα στα οποία ο ανθρώπινος Νους εξελισσόταν, έτσι είναι και οι 3 Νόμοι. Άραγε δεν μπορεί να εξελιχθεί η Τ.Ν ;
Ας δούμε κάποια αποσπάσματα του ίδιου του Ασίμωφ:
[otw_shortcode_content_toggle title=”Εγω, το Ρομποτ, του Ι. Ασιμωφ” opened=”closed”]
1. Ο Ρόμπι
«Ενενήντα οχτώ, ενενήντα εννιά, εκατό». Η Γκλόρια τράβηξε το παχουλό μπρατσάκι της από τα μάτια της και στάθηκε για μια στιγμή, σουφρώνοντας τη μύτη και ανοιγοκλέινοντας τα μάτια της για να συνηθίσει το δυνατό φως. (…) Τέντωσε τον λαιμό της ερευνώντας μια συστάδα θάμνων προς τα δεξιά και μετά προχώρησε λίγο ακόμα για να δει καλύτερα μέσα στη σκοτεινή φυλλωσιά. (…) Η Γκλόρια κατσούφιασε. «Είμαι σίγουρη πως πήγε μέσα στο σπίτι και του χω πει χίλιες φορές πως αυτό είναι ζαβολιά.» Με τα χειλάκια της σφιγμένα και κατσουφιασμένο το μουτράκι της, προχώρησε αποφασιστικά προς το διώροφο σπίτι, στο βάθος του κήπου. Άργησε πολύ να ακούσει το θόρυβο από το βιαστικό ανασήκωμα και το χαρακτηριστικό ρυθμικό γδόυπο των μεταλλικών πελμάτων του Ρόμπι που ακολούθησε. Γύρισε απότομα και είδε τον σύντροφό της να βγαίνει από την κρυψώνα του και θριαμβευτικά να κατευθύνεται ολοταχώς προς τη «μάνα».
Γεμάτη χαρά, έστρεψε προς τον πιστό της Ρόμπι, και με τη μεγαλύτερη αχαριστία τον αντάμειψε για τη θυσία του πειράζοντας τον σκληρά για την ανικανότητα του στο τρέξιμο. «Ο Ρόμπι δεν μπορεί να τρέξει», φώναξε μ’ όλη τη δύναμη της παιδικής της φωνούλας. «Πάντα τον νικάω, πάντα τον νικάω». Επαναλάμβανε τραγουδιστά τις λέξεις. Ο Ρόμπι δεν απάντησε φυσικά με λέξεις. Αντίθετα έκανε πως τρέχει, οπισθοχωρώντας λίγο ώσπου η Γκλόρια βάλθηκε να τον κυνηγάει χωρίς να μπορεί να τον πιάσει, καθώς της ξέφευγε συνεχώς, αναγκάζοντάς την να τρέχει γύρω γύρω, με τα χέρια της να χτυπάνε στον αέρα. «Ρόμπι», τσίριξε, «σταμάτα!» και το γέλιο βγήκε αθέλητα μαζί με τη λαχανιασμένη ανάσα της. Τότε γύρισε απότομα, τη σήκωσε ψηλά κι άρχισε να τη στριφογυρίζει τόσο γρήγορα ώσπου ο κόσμος για την Γκλόρια έγινε ένα γαλάζιο φόντο από πάνω και από κάτω μια πράσινη μάζα από δέντρα. Μετά βρέθηκε πάλι καθισμένη στο γρασίδι γέρνοντας πάνω στο πόδι του Ρόμπι και κρατώντας ακόμα ένα σκληρό μεταλλικό δάχτυλο. Έπειτα από λίγο, ξαναβρήκε την κανονική αναπνοή της. Έσιαξε τα ανασηκωμένα μαλλιά της με μια κίνηση που είχε αντιγράψει από την μητέρα της και στριφογύρισε να δει αν είχε σκιστεί το φόρεμά της. Χτύπησε με το χέρι της το κορμί του Ρόμπι. «Κακό παιδί! Θα σε δείρω!» Και ο Ρόμπι κουλουριάστηκε κρύβοντας το πρόσωπο μέσα στα χέρια του, έτσι που την ανάγκασε να προσθέσει: «Όχι, όχι Ρόμπι. Δε θα σε δείρω. Τώρα όμως είναι η σειρά σου να φυλάξεις, γιατί έχεις μεγαλύτερα πόδια και μου υποσχέθηκες να μην τρέξεις πριν σε βρω». Ο Ρόμπι έγνεψε καταφατικά με το κεφάλι του (…) Με ακρίβεια ρολογιού, τα δευτερόλεπτα μετρήθηκαν και στο εκατοστό, τα βλέφαρα σηκώθηκαν και τα κόκκινα φωτεινά μάτια του Ρόμπι άρχισαν να ερευνούν την περιοχή. Για μια στιγμή, σταμάτησαν σε ένα κομμάτι πολύχρωμο ύφασμα που εξείχε πίσω από έναν βράχο. Προχώρησε λίγο ακόμα για να βεβαιωθεί ότι ήταν η Γκλόρια που είχε κρυφτεί πίσω από τον βράχο. Προσεκτικά, μένοντας πάντα ανάμεσα στη Γκλόρια και στη «μάνα», προχώρησε προς την κρυψώνα, και όταν πια η Γκλόρια φάνηκε καθαρά ώστε να μη μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν την είχε δει, άπλωσε το ένα χέρι προς το μέρος της, ενώ με το άλλο χτύπαγε το πόδι του κάνοντας έναν κουδουνιστό ήχο.
Η Γκλόρια ξεπρόβαλε κατσουφιασμένη. «Κρυφοκοίταξες!» ξεφώνισε πεισματάρικα. «Άσε που βαρέθηκα πια να παίζω κρυφτό. Θέλω να με πάρεις καβάλα» Ο Ρόμπι όμως είχε προσβληθεί από την άδικη κατηγορία, γι αυτό κάθησε κάτω με προσοχή και κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. Η Γκλόρια κατάλαβε πως έπρεπε να τον καλοπιάσει «Έλα Ρόμπι. Αστεία το ‘λεγα πως κρυφοκοίταζες. Έλα, πάρε με καβάλα.» Ο Ρόμπι όμως δεν ήταν από αυτούς που εξευμενίζονταν εύκολα. Κοίταξε με πείσμα τον ουρανό και κουνούσε το κεφάλι του πιο έντονα.(…) «Αν δεν με πάρεις» φώναξε πεισματάρικα, «δεν θα σου πω άλλα παραμύθια πια, ούτε ένα!» Ο Ρόμπι υποχώρησε αμέσως και χωρίς όρους σ αυτό το τελεσίγραφο, γνέφοντας καταφατικά το κεφάλι του, τόσο δυνατά που το έλασμα του λαιμού του άρχισε να τρίζει. (…) «Θές τίποτα;» (…) «Α κατάλαβα, θες παραμύθι» Ο Ρόμπι κούνησε γρήγορα το κεφάλι του. «Ποιο απ΄όλα; » Ο Ρόμπι σχημάτισε στον αέρα ένα Σ με το δάχτυλο. Το κοριτσάκι διαμαρτυρήθηκε. «Πάλι; Σου έχω πει τη Σταχτοπούτα χιλιάδες φορές. Δεν τη βαρέθηκες ακόμα; Αυτή είναι για μωρά παιδιά.» Ο Ρόμπι επανέλαβε το Σ με το δάχτυλο. «Καλά λοιπόν». (…) »
2. Λογική
Το παρακάτω διήγημα συνοπτικά αναφέρει μία από τις περιπέτειες του Πάουελ και Ντόνοβαν, χαρακτήρων του Ασίμωφ που χρησιμοποιούσε αρκετά συχνά στα διηγήματα του. Οι χαρακτήρες όντας μηχανικοί αξεπέραστοι, στέλνονται από την εταιρεία(Αμερικανικά Ρομπότ) σε διάφορα μέρη του διαστήματος για να τσεκάρουν την εύρυθμη λειτουργία των ρομπότ. Σχεδόν πάντα, κάτι τυχαίνει με αποτέλεσμα οι χαρακτήρες μας να μπαίνουν σε περιπέτειες. Σε αυτό το διήγημα ένα παράδοξο είναι η πηγή της αναζήτησης μας. « Ο Γκρέγκορι Πάουελ είπε προφέροντας τις λέξεις μια μια για περισσότερη έμφαση: «Πριν μια βδομάδα ο Ντόνοβαν και εγώ σε συναρμολογήσαμε» (…) Ησυχία επικρατούσε στον θάλαμο αξιωματικών του Ηλιακού Σταθμού Νο5, εκτός από το απαλό μουρμούρισμα του Ακτινοκατευθυντήρα που δούλευε κάπου μακριά στα έγκατα του Σταθμού. Το ρομπότ QT-1 καθόταν ακίνητο. Οι στιλβωμένες πλάκες του κορμιού του γυάλιζαν στα φώτα και τα λαμπερά κόκκινα φωτοηλεκτρικά κύτταρα, που ήταν τα μάτια του, ήταν καρφωμένα ασάλευτα στον άνθρωπο από την Γη που καθόταν από την άλλη πλευρά του τραπεζιού. Ο Πάουελ συγκράτησε μια ξαφνική έκρηξη των νεύρων του.
Τα ρομπότ είχαν περίεργους εγκεφάλους. Φυσικά, οι 3 Νόμοι ίσχυαν. Ήταν υποχρεωτικό. Σ αυτό επέμενε όλη η εταιρεία των Αμερικανικών Ρομπότ, από τον Ρόμπερτσον ως την τελευταία καθαρίστρια. (…) Τελικά το ρομπότ μίλησε. (…) «Αντιλαμβάνεσαι ,Πάουελ, τη σοβαρότητα μιας τέτοιας δήλωσης;» «Κι όμως κάτι σε έκανε Κιούτι» του υπέδειξε ο Πάουελ. (…) «Μου φαίνεται ότι θα πρέπει να υπάρχει μια πιο ικανοποιητική εξήγηση. Μου φαίνεται απίθανο ότι εσείς δημιουργήσατε εμένα.» Ο άνθρωπος της Γης γέλασε ξαφνιασμένος. «Για τα’ όνομα της Γης, γιατί; » «Ας το πούμε από διαίσθηση. Αυτό μπορώ να πω προς το παρόν. Σκοπεύω να το σκεφτώ λογικά. Μια σειρά από ευσταθείς συλλογισμούς δεν μπορεί παρά να καταλήξει στον προσδιορισμό της αλήθειας και σκοπεύω να την ακολουθήσω εως ότου φτάσω στο τέλος της.» (…) Πίσω από το χοντρό, καθαρό κρύσταλλο φαινόταν το Διάστημα, γεμάτο άστρα. (…) «Τι νομίζεις ότι είναι αυτό εδώ έξω;» «Ακριβώς ότι φαίνεται ότι είναι. Μια μαύρη ουσία που βρίσκεται πίσω ακριβώς από αυτό εδώ το γυαλί και η οποία είναι γεμάτη μικρές λαμπερές κουκίδες. Ξέρω ότι ο Κατευθυντήρας στέλνει ακτίνες σε μερικές από τις κουκίδες αυτές –πάντα στις ίδιες- και ότι οι κουκίδες αυτές αλλάζουν συνεχώς θέση και ότι οι ακτίνες μετακινούνται ανάλογα. Αυτό είναι όλο.» «Καλώς έχει ως εδώ. Τώρα θέλω να μ’ ακούσεις με προσοχή. Η μαυρίλα αυτή είναι κενό. Ένα πελώριο κενό που εκτείνεται ολόγυρα χωρίς τέλος. Οι μικρές λαμπερές κουκίδες είναι πελώριες μάζες ύλης γεμάτης ενέργεια. Έχουν σφαιρικό σχήμα και μερικές από αυτές έχουν διάμετρο που φτάνει τα εκατομμύρια μίλια- και για να μπορείς να κάνεις τη σύγκριση, ο σταθμός αυτός έχει διάμετρο ένα μίλι. Φαίνονται τόσο μικρές γιατί είναι απίστευτα μακριά. Οι κουκίδες στις οποίες στέλνουμε τις ακτίνες ενέργειας βρίσκονται κοντύτερα σε μας και είναι πολύ πιο μικρές. Είναι ψυχρές και σκληρές σφαίρε και πάνω στην επιφάνεια τους ζουν ανθρώπινα όντα σαν κι εμένα, δισεκατομμύρια όντα. Ο Ντόνοβαν κι εγώ ήρθαμε από έναν από αυτούς του κόσμους.(…) Τη σφαίρα αυτήν την ονομάζουμε Ήλιο. (…) Η κόκκινη λάμψη των ματιών του ρομπότ ήταν καρφωμένη πάνω του. «Περιμένεις να πιστέψω μια θεωρία τόσο περίπλοκη και απίθανη σαν κι αυτή που μου περιέγραψες τώρα; Μα για ποιόν με περνάς;»
Ο Πάουελ κόντεψε να πνιγεί. Γέμισε το τραπέζι με μισομασημένα κομμάτια μήλο και έγινε κατακόκκινος. «Μα, που να σε πάρει ο διάβολος, δεν είναι θεωρία. Είναι η πραγματικότητα.» Η φωνή του Κιούτι ήταν βλοσυρή «Σφαίρες από ενέργεια με διάμετρο εκατομμύρια μίλια, κόσμοι με τρία δισεκατομμύρια ανθρώπους πάνω τους. Άπειρο κενό. Λυπάμαι Πάουελ αλλά δεν τα πιστεύω. Θα λύσω τις απορίες αυτές μόνος μου. Γεια σου.» (…) Το ρομπότ κάθισε και είπε ήρεμα «Έφτασα σ ένα συμπέρασμα.» (…) «Πέρασα αυτές τις δύο μέρες εξετάζοντας εντατικά τον εαυτό μου και τα συμπεράσματα ήταν πολύ ενδιαφέροντα. Άρχισα από τη μόνη βέβαιη υπόθεση που νόμιζα ότι μπορούσα να κάνω. Εγώ ο ίδιος υπάρχω, επειδή σκέπτομαι.» (…) «Και το ερώτημα που γεννήθηκε αμέσως ήταν: Ποια ακριβώς η αιτία της ύπαρξης μου;» (…) «Δεν παραδέχομαι τίποτα που τίθεται σαν αξίωμα. Κάθε υπόθεση πρέπει να στηρίζεται στη λογική, αλλιώς είναι άχρηστη – και το να υποθέτω ότι εσείς με κατασκευάσατε είναι αντίθετο σε κάθε κανόνα λογικής.» (…) «Ποιο είναι το επίκεντρο κάθε δραστηριότητας εδώ στο Σταθμό; Τι υπηρετούμε όλοι μας;Τι απορροφά όλη μας την φροντίδα;» (…) «Μιλώ για τον Κύριο» ήταν η ψυχρή απότομη απάντηση. »
Η ιστορία θα ‘ταν πολύ μεγάλη για να την γράψω όλη. Η συνέχεια θέτει τους δύο πρωταγωνιστές αντιμέτωπους με ένα ένθεο ρομπότ, το οποίο όχι μόνο πιστεύει ακράδαντα και με λογικούς συλλογισμούς ότι είναι δημιούργημα Κυρίου, αλλά κάνει και τα υπόλοιπα ρομπότ του Σταθμού να ενστερνιστούν αυτή την «πίστη». Σίγουρα η συνέχεια είναι άξια ανάγνωσης. Αν και δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα με τον ποζιτρονικό εγκέφαλο του ρομπότ κάτι ήταν που του έδωσε αυτή του είδους την συλλογιστική, μη μπορώντας να αποδείξει όσα του λέγανε. Και τελικά, ο Κιούτι, όντας το πρώτο ένθεο ρομπότ εκτέλεσε την δουλειά για την οποία κατασκευάστηκε άψογα, αποδεικνύοντας την ανωτερότητα του, «χαρούμενος» για το θέλημα του Κυρίου του. [/otw_shortcode_content_toggle]
Ο Ρόμπι ήταν μια νταντά. Είχε τους 3 Νόμους και πιθανότατα πληροφορίες για να προσέχει παιδιά. Τι οδήγησε όμως το Ρόμπι να προτιμήσει την Σταχτοπούτα; Γιατί όχι κάποιο άλλο από τα πολλά άλλα παραμύθια;
Ποια «λογική» επαγωγή έκανε το Κιούτι να «πιστεύει» στον Κύριο; Να απορρίπτει την πραγματικότητα, όσα του παρουσίαζαν οι άνθρωποι που το συναρμολόγησαν και να θεωρεί ως πραγματικό κάτι που επεξεργάστηκε το ίδιο με –φυσικά και εννοείται- λογικά δεδομένα; Οι 3 Νόμοι πάντα ισχύουν. Οι ηθικοί μας Νόμοι πάντα ισχύουν. Τότε πρέπει να δεχτούμε ότι κάτι συμβαίνει στις συνάψεις. Επιτρέψτε μου να παραθέσω έναν λόγο του Πίτερ Χιγκς, διακεκριμένου επιστήμονα της σωματιδιακής φυσικής που δείχνει ακόμα πιο έντονο το παράδοξο. «Είμαστε σίγουροι ότι οι αισθήσεις μας παράγουν μια πιστή αναπαράσταση του φυσικού κόσμου; Το να πιστέψουμε κάτι τέτοιο είναι καθαρά μια πράξη πίστης και όχι λογικής». Έτσι λοιπόν οδηγούμαστε ξανά στην αρχή. Στον ορισμό της πραγματικότητας μας. (κάτι που θα αναλύσουμε σε επόμενο άρθρο.)
Επιστρέφοντας στον Ασίμωφ έχοντας ολοκληρώσει τις σειρές βιβλίων του και προσπαθώντας για πολλοστή φορά να σκεφτώ ένα τέτοιο μέλλον, θα έλεγα πως οι μηχανές που δημιουργεί είναι απλά ένα βήμα για να οδηγήσει τον άνθρωπο πιο μακριά. Βλέπετε ο Ασίμωφ, όπως είπα και στην αρχή, ήταν άνθρωπος που είχε πίστη στον υπέρ-άνθρωπο και τον υπερβατισμό. Η κατάσταση με τις μηχανές ήταν μόνο ένα σκαλοπάτι, το έναυσμα, το οποίο ο άνθρωπος στα έργα του χρησιμοποίησε για να κάνει το μεγάλο άλμα και να εκτοξευτεί στα άστρα. Βλέπετε, η τεχνολογία για διαγαλαξιακά ταξίδια βρέθηκε μόνο μετά την δημιουργία ενός πανίσχυρου εγκεφάλου-υπολογιστή. Όσο «ανοίγει» ο άνθρωπος, οι ικανότητες του μεγαλώνουν και αναπτύσσονται.
Για τις ψυχικές του δυνάμεις θα μιλήσουμε διεξοδικά στο δεύτερο μέρος του αφιερώματος. Αν και μόνο ερωτήματα παρέθεσα, δεν θα μπορούσα να δώσω κάποια απάντηση. Η αναζήτηση συνεχίζει. Εξάλλου, όλοι πρέπει να φτάσουμε κάπου και ο δρόμος για να το πετύχουμε απαρτίζεται από τα πάντα. Ο Ασίμωφ δεν έδωσε επίσης απάντηση, τόσο για την ανθρώπινη ευφυΐα όσο και για την τεχνητή νοημοσύνη. Έδωσε έναν δυνάμει κόσμο, όπου οι μηχανές δεν θα απέχουν πολύ από τον άνθρωπο και μόνο η σοφία, η πρόνοια του δεύτερου, απέκλεισε την ολοκληρωτική καταστροφή του.
Εν τέλει οι μηχανές χάνονται. Γιατί; Τελικά ο άνθρωπος «μεγαλώνει», υπερβαίνει τον εαυτό του και γίνεται πολίτης του Σύμπαντος. Γιατί τελικά το Ρομπότ χάνεται στο παράδοξο των Νόμων του, μη μπορώντας να δράσει, αλλά ούτε και να μη δράσει και έτσι η Ιστορία δικαιώνει τον πλέον ενήλικα Άνθρωπο, ο οποίος μετά από άγνωστα χιλιάδες χρόνια εξελίσσεται σε έναν Υπέρ-Άνθρωπο.