Πόσες φορές έχεις κοιτάξει σε κάποια γωνία του σπιτιού σου, και έχεις διακρίνει μία «απόκοσμη φιγούρα» να σε παρακολουθεί, ώσπου να διαπιστώσεις πως τελικά αυτό που σε κοιτούσε δεν ήταν τίποτε άλλο από την κουρτίνα του πάράθυρου, ή κάποιο άσχετο αντικείμενο που ξεγέλασε τους οπτικούς σου νευρώνες; Πόσες φορές άραγε η εικόνα που παρατηρείς προσομοιώνεται ούτως ώστε να σου παρουσιάζει μία ψεύτικη απεικόνιση της πραγματικής εικόνας που αποκρύπτεται εσκεμμένα; Το Φαινόμενο Simulacra αν αναλυθεί επαρκώς, ίσως κρύβει βαθύτερες αλήθειες μέσα στις οπτικές αντανακλάσεις των πραγματικών σημαντικών πληροφοριών που μπορεί να αποκαλύψει.
To φαινόμενο των Simulacra φαίνεται πως απειλεί την ίδια την έννοια της ανθρώπινης αντίληψης, καθώς αυτή η μιμιτική εικόνα έχει αναγνωριστεί ως μία επιβεβαίωση της πραγματικής εικόνας χωρίς να είναι, και άρα αντικαθιστά σε αρκετές περιπτώσεις την πραγματικότητα.Τα Simulacra είναι εικόνες που αν βρεθείς αντιμέτωπος με αυτές μπορείς να αμφισβητήσεις τη φύση της πραγματικότητας τριγύρω αλλά και των πραγμάτων που αντιπροσωπεύουν την δεδομένη χρονική στιγμή. Επίσης διαταράσσουν την αρχή της προτεραιότητας, που λέει πως η μιμητική εικόνα θα πρέπει να είναι δευτερεύουσας σημασίας σε σχέση με την πραγματική εικόνα, το αρχικό μοντέλο. Για αυτούς τους λόγους στην Αρχαία και Μεσαιωνική πορεία των Οπτικών Τεχνών, ο όρος Simulacrum είχε σχεδόν πάντοτε αρνητική έννοια, και υποδείκνυε πράγματα που ήταν ψευδή ή αναληθή, καταδεικνύνοντας τα είδωλα που προέρχονταν από αλλού.
Τα Simulacra στις Τέχνες
O Λατινικός όρος «Simulacrum», εμφανίζεται στους Διαλόγους του Πλάτωνα και έχει την έννοια του «Φαντάσματος» ή της «εικονικότητας». Ο Πλάτων αρεσκόταν στο να διαχωρίζει την ουσία από την εμφάνιση, το κατανοητό από το λογικό, την ιδέα από την εικόνα. Τα Simulacra δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι παρεκκλίσεις και οι διαστρεβλώσεις των πραγματικών εικόνων.
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η καρέκλα στην οποία κάθομαι τώρα δεν είναι μία πραγματική καρέκλα, αλλά η μίμιση μίας καρέκλας σε ουτοπία. Για εκείνο, τα Simulacra είναι οι αντιγραφές μίας ατελούς πραγματικότητας, η ρέπλικα του κόσμου των ιδεών. Ο Νίτσε από την άλλη πίστευε στην δημιουργικότητα και την πραγματικότητα του κόσμου στον οποίο ζούμε. Υποστηρίζοντας την ιδεά πως σε αυτό τον κόσμο υπάρχει πλήθος από διαφορετικές αλήθειες που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους ηγήθηκε του κινήματος του Μετα-Μοντερνισμού, επιμένοντας πως « Η Έννοια των Simulacra, είναι το λυκόφως των ειδώλων, εννοώντας πως οι περισσότεροι από εμάς, δίχως να γνωρίζουμε την κατασκευή τέτοιων εννοιών και με περιορισμένοι στην γλώσσα και την λογική, βιώνουμε μία διαστρεβλωμένη αντιγραφή της πραγματικότητας».
Σε μία εργασία που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1967 με τίτλο «The Simulacrum and Ancient Philosophy” ο Γάλλος Φιλόσοφος Gilles Deleuze επιχείρησε να εδραιώσει τα Simulacra ως ένα σημαντικό όρο στις τέχνες των καιρών μας. Ήταν ένας όρος που χρησιμοποιούσε η Γαλλική Μεταπολεμική γραφή και χρησιμοποιήθηκε από τους Σουρεαλιστές, ειδικότερα από μελέτες του Μπαταιγ και του Ζωγράφου Pierre Klossowski, σε μία προσπάθειά τους να αποτυπώσουν τις κρυφές διαστάσεις της απεικονιστικής τέχνης.
Έτσι το αντίγραφο (Simulacra) είναι μία εικόνα που εμπεριέχει την ομοιότητα αλλά και παραπλανητικές για το Νου αξίες. Μέσα στην καθημερινότητά μας γίναμε τα Simulacra των πραγματικών εαυτών μας, μίας και ίσως ζούμε σε μία πραγματικότητα που μοιάζει με την αληθινή όμως δεν είναι, αφού κατασκευάζεται και υφαίνεται με τα άπειρα simulacra που αντικαθιστούν την αληθινή φύση της ύπαρξης.
Η Πραγματικότητα Simulacrum
Ένας μύθος του Jorge Luis Borges απεικονίζει τις έννοιες που αποτελούν τα Simulacra. Αυτοκρατορικοί Χαρτογράφοι μίας τεράστιας αυτοκρατορίας δημιούργησαν ένα χάρτη που ήταν τόσο μεγάλος και λεπτομερής, που κάλυπτε ολόκληρη την αυτοκρατορία. Ο Χάρτης αυτός υπήρχε σε πραγματική κλίμακα και οι άνθρωποι ζούσαν πάνω του. Ο Χάρτης αυτός ήταν μία άψογη απομίμηση της Αυτοκρατορίας. Μερικά χρόνια αργότερα άρχισε να ξεθωριάζει και να αποκαλύπτει το πραγματικό έδαφος κάτω από τον χάρτη που είχε μετατραπεί σε άγονη γη. Στην αυτοκρατορία, σε αυτό το Simulacrum της πραγματικότητας δεν υπήρχε τιποτε άλλο παρά ένας ξεφτισμένος χάρτης… Ο Μποντριγιάρντ,αναγνωρισμένος Γάλλος φιλόσοφος, χρησιμοποίησε αυτό το μύθο σε αναλογία για να δημιουργήσει την θεωρία του. Στο Βιβλίο του “Simulacra and Simulations” υποστήριξε πως «Το Simulacrum δεν είναι αυτό που αποκρύπτει την αλήθεια – είναι η αλήθεια που αποκρύπτει πως δεν υπάρχει κανένα. Το Simulacrum είναι πραγματικό». Υποστηρίζοντας κάτι τέτοιο αντιπαρατέθηκε στην Μεταμοντέρνα οπτική του Νίτσε πως τα Simulacra δεν είναι η μίμηση της πραγματικότητας, αλλά μεταμορφώνεται αυτό στην ίδια την πραγματικότητα, εννοώντας πως σε μία μεταμοντέρνα κοινωνία, το αυθεντικό αντικείμενο δεν διαθέτει αληθινό νόημα. Ένα αντίγραφο μπορεί να αντιμετωπιστεί σαν το πραγματικό αντικείμενο, και η ιεραρχική σχέση μεταξύ του αντίγραφου και του αυθεντικού θολώνουν στην πορεία. Έτσι η ρέπλικα της πραγματικότητας καταλήγει να εξουσιάζει την αληθινή πραγματικότητα του κόσμου.
Σύμφωνα με τον Μποντριγιάρντ υπάρχουν τρείς φάσεις στην ιεραρχία των Simulacra. Εξηγεί πώς η σχέση μεταξύ της μίμησης και της πραγματικότητας έχει διαμορφωθεί και υποστηρίζει πως τα Simulacra υπάρχουν στην πορεία της ιστορίας. Στην πρώτη φάση, εκείνη της Μεταμοντέρνας περιόδου κάλυψαν την Αναγέννηση ως την Βιομηχανική επανάσταση, όπου η τεχνητά δημιουργημένη εικόνα είναι στην ουσία η αντικατάσταση μίας ιδεατής εικόνας της Φύσης. Σε αυτή την περίοδο η τέχνη καμουφλάρισε και χειραγώγησε την Φύση ως μία αντανάκλαση μίας βασικής πραγματικότητας.
Στην δεύτερη φάση των Simulacra, που αρχίζει από την Βιομηχανική Επανάσταση του 19ου αιώνα , ο διαχωρισμός μεταξύ πραγματικότητας και της αναπαράστασής της ξεκίνησε να θολώνει λόγω της μαζικής παραγωγής αντιγράφων που ήταν πανομοιότυπα με τα πρωτότυπα. Σε αυτή τη φάση οι εικόνες καλύπτουν και διαστρεβλώνουν την βασική πραγματικότητα.
Η Τρίτη φάση των Simulacra βρίσκεται στην τωρινή εποχή, την Εποχή της Πληροφορίας. Ο Μποντριγιάρντ προσδιορίζει αυτή την φάση ως την φάση όπου «Tα Simulacra είναι εικόνες δίχως ομοιότητα», αναφέροντας πως σήμερα η αναπαράσταση επικρατεί εξ’ολοκλήρου της αληθινής πραγματικότητας, μιας και βρισκόμαστε στην εποχή του αντίγραφου, της κωδικοποίησης και της ενίσχυσης της πλαστής εικόνας μέσα από τους υπολογιστές, την Εικονική Πραγματικότητα, την παραγωγή των Νέων και την χειραγώγηση μέσα από αυτά. Το αληθινό και το ψευδές δεν υπάρχουν πιά, παρά μονάχα η προσωμοίωση της πραγματικότητας που δεν μοιάζει καθόλου με την αλήθεια, παρά είναι ένα αυτούσιο αντίγραφο του simulacrum. Σήμερα η πληροφορία αντικαθιστά τον ρόλο των μηχανών που είναι η θεμελιώδης αρχή της παραγωγής. Ο Μποντριγιάρντ ονόμασε το φαινόμενο αυτό ως «Υπερ-Πραγματικότητα», που απεικονίζει την έλλειψη της ικανότητας που διαθέτει η Συνειδητότητα να διαχωρίζει το πραγματικό από το φανταστικό, μέσα σε αυτή την εποχή της Πληροφορίας και της ανεπτυγμένης Τεχνολογίας…