Ποιός είπε πως το σκοτάδι δεν εισχωρει σε μέρη όπου οι άνθρωποι αναζητούν την λύτρωση αγγίζοντας το φως; Ένα τέτοιο μέρος, μία παράξενη εκκλησία στην Νότια Νορβηγία είναι γεμάτη με χιλιάδες δαίμονες.. Και αυτό δεν είναι το πιο παράξενο γεγονός σχετικά με το σημείο αυτό. εκκλησια Η ιστορία της δημιουργίας του demonveggen, του τοίχου των δαιμόνων, είναι τόσο παράξενη και σκοτεινή όσο η ίδια η τοιχογραφία που θα δούμε σήμερα.
demonveggen: η τοιχογραφία με τους δαίμονες
Είναι μία ιστορία με σκάνδαλα, απάτες και λίγη τρέλα που ξεκινά από τον Gerhard Gotaas, έναν από τους μεγαλύτερους συντηρητές έργων τέχνης της Νορβηγίας στα μέσα του 20ου αιώνα. Το έργο που είχε επιτελέσει στην διατήρηση και την αποκατάσταση της τέχνης των εκκλησιών ήταν γνωστό και αξιοσέβαστο παντού. Το 1940 όμως, όταν μπήκε για πρώτη φορά στο μικρό εκκλησάκι του χωριού Sauherad για να αποκαταστήσει τοιχογραφίες που δημιουργήθηκαν αιώνες πριν και που έγιναν γνωστές ως demonveggen , εκείνος οραματίστηκε μπροστά του δαίμονες.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως αντί να αποκαταστήσει την τοιχογραφία του 17ου αιώνα, ο Gotaas ξόδεψε δύο χρόνια για να δημιουργήσει το demonveggen, μία δική του τερατώδη τοιχογραφία που ξεπήδησε από τα βάθη της φαντασίας του. Αυτή η αποκάλυψη όμως είναι μόνο ένα κομμάτι στην ιστορία της εκκλησίας με τους δαίμονες. Κάποια ελάχιστα αντιφατικά στοιχεία βαθαίνουν το μυστήριο. Τι ήταν αυτό που δαιμόνισε τον συντηρητή ώστε να δημιουργήσει την δαιμονική τοιχογραφία;
Η συντηρήτρια του Νορβηγικού ινστιτούτου πολιτισμικής κληρονομιάς Susanne Kaun και η ομάδα της δεν μπορούσαν να πιστέψουν τι είχε γίνει μέσα στην εκκλησία αντικρύζοντας το demonveggen. Η Kaun ανέλαβε την έρευνα για τον τοίχο των δαιμόνων με την συνάδελφό της Ιστορικό τέχνης Elisabeth Andersen. Μέσα από έρευνες σε αρχεία αλλά και επιστημονική ανάλυση της δαιμονικής τοιχογραφίας, η ομάδα ανακάλυψε πως ο Gotaas δεν είχε ανακαλύψει απλά τους δαίμονες που ζωγράφισε, αλλά είχε επίσης καταστρέψει ότι είχε απομείνει από την παλιά τοιχογραφία που είχε δημιουργηθεί πάνω από 300 χρόνια πριν.
Η εκκλησία με τους δαίμονες
Η εκκλησία που βρίσκεται στην Νότια Νορβηγία χτίστηκε πάνω από 900 χρόνια πριν και βρίσκεται κοντά στον μικρό ποταμό Saua. Είναι κοντά σε περιποιημένες φάρμες και λόφους πυκνούς από την βλάστηση, και το εσωτερικό της άλλαξε ελάχιστα από τις αρχές του 17ου αιώνα με μία τοιχογραφία που δημιουργήθηκε πολύ αργότερα. Πριν από αυτή την “καταραμένη” τοιχογραφία όμως υπήρχαν κάποιες φωτογραφίες,τις οποίες ανακάλυψαν οι Kaun και Andersen, που έδειχναν το μισοσβησμένο κεφάλι μίας βιβλικής φιγούρας που αποτελούσε μέρος του τοίχου. Οι εν λόγω φωτογραφίες είχαν τραβηχτεί αρκετά χρόνια πριν ο Gotaas ζωγραφίσει πάνω στον τοίχο και τις αυθεντικές βιβλικές μορφές ώστε να τις σημαδέψει για πάντα.
Κάπως έτσι τα φρύδια μετατράπηκαν σε αποτρόπαια ζώμα με 10.000 πόδια και κεφάλια σε κάθε άκρη, το μούσι γέμισε δαιμονικά κεφάλια με αυτία. Βασισμένες σε άλλα κεφάλια δαιμόνων στον τοίχο, οι ερευνήτριες θεώρησαν πως ο Gotaas ίσως ζωγράφισε πάνω από δύο ή τρεις ακόμα αυθεντικές βιβλικές φιγούρες.
Ο κατασκευαστής του demonveggen: Δαιμονισμός ή απάτη εντυπωσιασιμού;
Το ερώτημα που προκύπτει από αυτή την δαιμονική εικαστική παρέμβαση, είναι τι ώθησε τον καλλιτέχνη και συντηρητή να ζωγραφίσει τους δαίμονες μέσα στην εκκλησία και να δημιουργήσει το demonveggen. Ο Gotaas είχε εξάλλου πραγματοποιήσει τεχνικές αποκατάστασης σε ολόκληρη την Νορβηγία πριν αλλά και μετά την δημιουργία του δαιμονικού τοίχου, ενώ είχε κάνει αρκετές εργασίες και στην ίδια την εκκλησία. Κανένα από τα προηγούμενα ή μεταγενέστερα σχέδια αποκατάστασης που είχε κάνει δεν ήταν προβληματικά.
Μάλιστα το 1944, ο Ιστορικός τέχνης Harry Fett που τότε ήταν διευθυντής του τμήματος πολιτισμικής κληρονομιάς της χώρας είχε επαινέσει την εξαιρετική δουλειά που έκανε ο Gotaas για την αποκατάσταση του εσωτερικού της εκκλησίας. Όποιος έχει δει τους δαίμονες όμως αναρωτιέται για ποιο λόγο υπήρξε αυτός ο έπαινος αλλά φαίνεται πως ακόμα και οι επισκέπτες δεν βλέπουν αναλυτικά τους δαίμονες όπως τους είχε δει ή οραματιστεί ο καλλιτέχνης.
Η δαιμονική τοιχογραφία επεκτείνεται σε ένα τοξωτό τοίχο στο ιερό που μάλιστα είναι αρκετά μέτρα ψηλά. Οι “δαίμονες” είναι μάλιστα τόσο λεπτά και μικροσκοπικά ζωγραφισμένοι που όταν ο επισκέπτης σταθεί και κοιτάξει ψηλά, το μόνο που θα αντικρύσει είναι ένα γκρι σύννεφο. Είναι λες και ο τοίχος είναι βρώμικος, και ο επισκέπτης αδυνατεί να διακρίνει τις σκοτεινές και χαοτικές λεπτομέρειες από τις δαιμονικές φιγούρες. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι μικροσκοπικές και βρίσκονται η μία μέσα στην άλλη.
Όλοι μάλιστα στην Νορβηγία είχαν ακούσει ψίθυρους για τον τοίχο των δαιμόνων, όμως τότε η χώρα βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή και είχε πολύ σοβαρότερα προβλήματα να αντιμετωπίσει. Κάπως έτσι το δαιμονικό κατασκεύασμα πέρασε στην λήθη ή το αποσιώπησαν, αφού οι ερευνήτριες ανέφεραν πως η τότε κυβέρνηση συγκάλυψε την ιστορία, αφού αποτελούσε ένα σκοτεινό σκάνδαλο που εκτός του ότι είχε πληρώσει για αυτό, το είχε στηρίξει κιόλας. Μία δεκαετία αργότερα μάλιστα, με εντολή νέου διευθυντή πολιτισμικής κληρονομιάς πραγματοποιήθηκε περαιτέρω αποκατάσταση στην εκκλησία και κανείς δεν ανέφερε ούτε μία φορά τον τοίχο των δαιμόνων.
Έτσι για χρόνια η εκκλησία με τους δαίμονες παρέμενε σχετικά άγνωστη χωρίς κανείς να μελετήσει την τοιχογραφία διεξοδικά. Ώσπου οι νεότεροι σε ηλικία κριτικοί τέχνης και εικαστικοί έδωσαν νέο ενδιαφέρον στον τοίχο των δαιμόνων. Το παράξενο στην εκκλησία αυτή είναι πως ενώ οι δαίμονες εμφανίζονται σε πολλές εκκλησίες του κόσμου, ως μέρος μίας θρησκευτικής παραβολής και ενός μεγαλύτερου συνόλου, στον τοίχο των δαιμόνων επικρατεί ένα χάος από αυτές τις οντότητες και μόνο.
Δαιμονισμός ή σχιζοφρένεια;
Εύλογα αρκετοί αναρωτήθηκαν αν ο καλλιτέχνης που ανέλαβε την εικαστική αποκατάσταση της εκκλησίας είχε δαιμονιστεί ή αν ήταν απλά σχιζοφρενής.
Υπήρξαν Ψυχολόγοι που μόλις αντίκρυσαν την τεχνοτροπία του τοίχου των δαιμόνων κατάλαβαν πως επρόκειτο για σχιζοφρενική τέχνη, που χαρακτηρίζεται από τον τρόμο του κενού χώρου και έτσι ο άνθρωπος γεμίζει τα πάντα με μουτζούρες, φιγούρες, ή οτιδήποτε άλλο. Αυτό που προβλημάτισε ακόμα περισσότερο όμως ήταν το γεγονός πως δεν υπήρχε καμία απολύτως ένδειξη πως ο Gotaas έπασχε από σχιζοφρένεια ή κάποια παρόμοια κατάσταση.
Αρκετά έγγραφα και αλληλογραφία που είχε γράψει έδειξαν πως παρέμεινε διαυγής καθ’όλη την διάρκεια της καριέρας του αλλά και κατά την περίοδο που πραγματοποιούσε την αποκατάσταση. Οι ερευνήτριες αναζήτησαν ενδείξεις ψυχικών νοσημάτων ή τραυμάτων και δεν ανακάλυψαν τίποτα το συνταρακτικό. Οι αναφορές μάλιστα έλεγαν πως ήταν ένας έντιμος και καλός άνθρωπος.
demonveggen: Μία δαιμονική απάτη για δημοσιότητα;
O Gotaas ανέλαβε το έργο μαζί με τον γιό του Per, που τότε ήταν στα είκοσί του και μάθαινε την τέχνη της συντήρησης έργων τέχνης από τον πατέρα του. Οι μελετητές της τοιχογραφίας όμως δεν πιστεύουν πως ο τοίχος των δαιμόνων ήταν το έργο του νεαρού Gotaas. Αυτό γιατί ο πατέρας του είχε καταγράψει σε ποιά σημεία είχε εργαστεί ο γιός του, και αυτό το σημείο είχε τις λιγότερες δαιμονικές φιγούρες, λες και προσπαθούσε να ακολουθήσει τον πατέρα του χωρίς όμως να έχει το ίδιο δαιμονικό όραμα.
Έτσι χωρίς να υπάρχουν σημάδια ψυχικού νοσήματος σε πατέρα και γιό, οι μελετητές θεώρησαν πως επρόκειτο για φάρσα. Αυτό γιατί πάντα εργαζόταν χωρίς να επιτρέπει επίβλεψη και οι φήμες λένε πως του άρεσε να αναφέρει πως η αποκατάσταση έργων τέχνης ήταν μία μαγική εργασία και όχι επιστημονισμός. Κανείς δεν βρήκε όμως ούτε ένδειξη απάτης ή φάρσας, και μάλιστα έψαξαν να βρουν κάποιο κρυφό μήνυμα ανάμεσα στις εκατοντάδες δαιμονικές φιγούρες, όμως χωρίς αποτέλεσμα. Θα μπορούσε όμως να είχε σκεφτεί πως θα ζωγράφιζε κάτι που όλοι θα έβλεπαν αλλά ελάχιστοι θα καταλάβαιναν τι ήταν.
Όπως και να έχει όμως κανείς δεν γνωρίζει τι ήταν αυτό που έκανε τον Gotaas να αποτυπώσει όλους αυτούς τους δαίμονες μέσα σε μία εκκλησία. Ο τοίχος των δαιμόνων παραμένει ακόμα και σήμερα σαν ένα γκρίζο σύννεφο πάνω από τα κεφάλια των επισκεπτών και μάλιστα προστατεύεται από τους νορβηγικούς νόμους σχετικά με την πολιτισμική κληρονομιά. Όμως θα παραμένει για πάντα ένα σκοτεινό μυστήριο που ίσως ανοίγει ένα παράθυρο προς τον κόσμο των σκιών, εκεί που συνήθως οι άνθρωποι αναζητούν το φως.